Ο Ερρίκος Σλήμαν είναι ευρέως γνωστός ως ο άνθρωπος που έβγαλε την Τροία και τον Τρωικό Πόλεμο από το βασίλειο του μύθου και του θρύλου και τα έφερε στον κόσμο της πραγματικότητας.
Ο γιος του πάστορα που έγινε επιχειρηματίας και θεωρείται πρωτοπόρος στον τομέα της σύγχρονης αρχαιολογίας ήταν παθιασμένος με τα ομηρικά έπη, και η δουλειά του αναμφισβήτητα έπαιξε σημαντικότατο ρόλο όσον αφορά στις αρχαιολογικές έρευνες που είχαν να κάνουν με τον μυκηναϊκό κόσμο, με ανασκαφές, εκτός από την Τροία, και στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες. Ωστόσο, δεν είναι λίγοι αυτοί που επικρίνουν τις μεθόδους του, οι οποίες- ιδίως σύμφωνα με τα σημερινά κριτήρια- παρέπεμπαν μάλλον σε «κυνήγι θησαυρού» παρά σε επιστημονική ανασκαφή.
ΧΤΊΖΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ
Ο Σλήμαν γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1822 στο Νοϊμπούκοφ της Γερμανίας και πέθανε στις 26 Δεκεμβρίου 1890 στη Νάπολη. Η πρώτη του επαφή με την Τροία, σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν μια εικόνα του θρυλικού Ιλίου στις φλόγες σε ένα βιβλίο που του είχε κάνει δώρο ο πατέρας του σε ηλικία επτά ετών. Ο θρύλος των στοίχειωσε: Στο μανάβικο όπου πήγε να δουλέψει ως παραγιός σε ηλικία 14 ετών άκουσε για πρώτη φορά Όμηρο στα αρχαία ελληνικά. Λίγα χρόνια μετά αποφάσισε να μεταναστεύσει, και έπιασε δουλειά σε πλοίο που ταξίδευε από το Αμβούργο στη Βενεζουέλα, το οποίο ναυάγησε στα ανοιχτά της Ολλανδίας. Έζησε και δούλεψε στο Άμστερνταμ, όπου αναδείχθηκε το ταλέντο του στις γλώσσες (μεταξύ των οποίων και τα ρωσικά και τα αρχαία και σύγχρονα ελληνικά) και η πολύ καλή του μνήμη. Το 1846 πήγε στην Αγία Πετρούπολη, εκπροσωπώντας μια σειρά εταιρειών. Στη δεκαετία του 1850 απέκτησε αμερικανική υπηκοότητα, αυξάνοντας κατά πολύ την περιουσία του χάρη στο εμπόριο χρυσού στην Καλιφόρνια μέσα στο διάστημα 1850-1852. Ωστόσο, γρήγορα επέστρεψε στη Ρωσία, όπου το 1852 παντρεύτηκε την Αικατερίνη Λίσιν (με την οποία απέκτησε έναν γιο και δύο κόρες) και ίδρυσε δική του επιχείρηση, δραστηριοποιούμενος στο εμπόριο λουλακιού, χάρη στο οποίο πλούτισε, αλλά και εκμεταλλευόμενος τις συνθήκες του Κριμαϊκού Πολέμου, κάνοντας εμπόριο με τη ρωσική κυβέρνηση.
Συνοψίζοντας, ο Ερρίκος Σλήμαν ήταν πλούσιος στην ηλικία των 36 ετών, και θεώρησε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να αρχίσει να αφήνει το επιχειρείν και να ασχοληθεί με τα πραγματικά του πάθη: την αρχαιολογία και τον θρύλο της Τροίας. Ταξίδεψε στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Σκανδιναβία, τη Γερμανία, τη Συρία, την Ινδία, την Κίνα και την Ιαπωνία, ενώ σπούδασε αρχαιολογία στη Γαλλία. Ωστόσο, η γυναίκα και τα παιδιά του δεν έβλεπαν με καλό μάτι τις μακρές απουσίες του- και το αποτέλεσμα ήταν να επιδιώξει και να πάρει (όχι με απόλυτα «καθαρό» τρόπο, καθώς εκμεταλλεύτηκε τους νόμους της πολιτείας της Ιντιάνα, λέγοντας μια σειρά ψεμάτων σχετικά με τις προθέσεις του) διαζύγιο. Μόλις τα κατάφερε, εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, όπου και παντρεύτηκε την Αθηναία Σοφία Εγκαστρωμένου (με την οποία έκανε δύο παιδιά, τον Αγαμέμνονα και την Ανδρομάχη).
Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΤΡΟΙΑΣ
Στην Ελλάδα ο Σλήμαν γενικότερα «κυνήγησε» τόπους ομηρικού ενδιαφέροντος, μεταξύ των οποίων η Ιθάκη, η Τίρυνθα και οι Μυκήνες. Ωστόσο αυτό που τον έκανε διάσημο ήταν η «δράση» στη Μικρά Ασία, όπου ήταν πεπεισμένος για το υψηλό ενδιαφέρον του λόφου του Χισαρλίκ, σε μεγάλο βαθμό χάρη στη δουλειά του Φρανκ Κάλβερτ.
Μετά από συνεχείς, αλλά ανεπιτυχείς προσπάθειες (που απέδωσαν την εύρεση ενός ανακτόρου, αλλά όχι σημαντικά ευρήματα), και αντιμετωπίζοντας την απροθυμία της οθωμανικής κυβέρνησης (την οποία, για να κάμψει, υποσχέθηκε τον μισό θησαυρό που θα έβρισκε), το 1873 ανακάλυψε οχυρώματα και τα ερείπια μιας πανάρχαιας πόλης, καθώς και έναν πραγματικό θησαυρό (σκάβοντας μόνος του μαζί με τη Σοφία, καθώς έδιωξε τους εργάτες όταν «μυρίστηκε» τον χρυσό) , ο οποίος θα έμενε στην ιστορία, με τον ίδιο να είναι σίγουρος ότι επρόκειτο για την Τροία και τον θησαυρό του Πριάμου - ασχέτως που, όπως αποδείχτηκε, ήταν προγενέστερος της περιόδου που θεωρούσε.
Όπως και να έχει, δεν υπήρχε περίπτωση να μοιραστεί τα ευρήματά του με τους Τούρκους, και έβγαλε τον θησαυρό παράνομα από τη χώρα. Ανάμεσα στα ευρήματα περιλαμβάνονταν μια ορειχάλκινη ασπίδα, μια χύτρα, ένα αργυρό αγγείο, ένα ορειχάλκινο αγγείο, ένα χρυσό, δύο χρυσά κύπελλα, ένα μικρό κύπελλο από ήλεκτρο, δύο χρυσά διαδήματα, 56 χρυσά σκουλαρίκια και 8.750 χρυσά δαχτυλίδια και κουμπιά.
Τον θησαυρό διασκόρπισε σε φίλους του σε όλη την Ελλάδα, για να είναι ασφαλής από διεκδικήσεις από την ελληνική και την τουρκική κυβέρνηση – αλλά οι φωτογραφίες της Σοφίας με τα κοσμήματα θα έμεναν στην ιστορία. Η τουρκική κυβέρνηση τον μήνυσε, και του επετράπη μόλις το 1876 να συνεχίσει τις ανασκαφές, διάστημα κατά το οποίο έκανε έρευνες στις Μυκήνες (μάλιστα είναι αυτός που βρήκε την περίφημη «Μάσκα του Αγαμέμνονα», αν και αποδείχτηκε ότι δεν συνέπιπτε χρονικά με την ομηρική εποχή) όπου επικεντρώθηκε στην Πύλη των Λεόντων, βρίσκοντας σημαντικά ευρήματα και θησαυρούς, αλλά και στην Ιθάκη.
Το 1878 συνέχισε τις ανασκαφές στο Χισαρλίκ, ενώ το 1880, το 1881 και το 1886 έκανε έρευνες στον Ορχομενό και το 1884 στην Τίρυνθα. Έκανε μια τρίτη ανασκαφή στην Τροία το 1882-1883 και μια τέταρτη, από το 1888 ως τον θάνατό του, σε συνεργασία με τον Βίλχελμ Ντόρπφελντ (με τον οποίο είχαν κάνει ανασκαφές και στην Τίρυνθα).
Κατά το τέλος της ζωής του αντιμετώπιζε προβλήματα με το αυτί του, τα οποία δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει, παρά τα ταξίδια του σε φημισμένους γιατρούς στην Ευρώπη. Κατέρρευσε στη Νάπολη, πέφτοντας σε κώμα και πεθαίνοντας σε ξενοδοχείο στις 26 Δεκεμβρίου, με αίτιο θανάτου το χολοστεάτωμα.
Η σορός του μεταφέρθηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο στην Αθήνα, όπου τάφηκε σε τάφο σε σχήμα μαυσωλείου που είχε σχεδιαστεί από τον Ερνστ Ζίλερ. Το σπίτι επιβιώνει ακόμα και σήμερα στο κέντρο της Αθήνας: Πρόκειται για το Νομισματικό Μουσείο- το Ιλίου Μέλαθρον, που χτίστηκε το 1880 ως κατοικία του ζεύγους και των δύο παιδιών του.
Όσον αφορά στον θησαυρό της Τροίας, πρόκειται για μια μυθιστορηματική ιστορία από μόνη της: Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρθηκε στη Ρωσία κι έπειτα για χρόνια θεωρούνταν χαμένος. Σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο Πούσκιν της Μόσχας.( Πάλι ξένος πολιτισμός έχει Ελληνική Ιστορία στα χέρια της )
ΟΙ ΕΠΙΚΡΊΣΕΙΣ
Ανεξαρτήτως του ότι ο Σλήμαν θεωρείται από πολλούς «πατέρας της μυκηναϊκής αρχαιολογίας», ο περιπετειώδης και ολίγον τι τυχοδιωκτικός βίος του, στον οποίο φαινόταν κάτι παραπάνω από πρόθυμος να «παρακάμψει» ουκ ολίγους κανόνες για να πετύχει αυτό που ήθελε, τόσο κατά τη δημιουργία της περιουσίας του, όσο και κατά την αρχαιολογική του δράση. Μετέπειτα έρευνες έδειξαν ότι τα ευρήματά του δεν ήταν πάντα αυτά τα οποία νόμιζε (γενικότερα έδειχνε να καθοδηγείται περισσότερο από το πάθος του για τα ομηρικά έπη παρά από την αγάπη για την ίδια την επιστήμη, και η Τροία που βρήκε δεν ήταν τελικά η ομηρική). Πολλοί αρχαιολόγοι επίσης επικρίνουν τις πρακτικές του, οι οποίες παρέπεμπαν σε κυνήγι θησαυρού, προκαλώντας καταστροφές στους χώρους που ερευνούσε- μάλιστα, κάποιοι έχουν χαρακτηρίσει «βάρβαρες» τις μεθόδους του, με «βίαιες» ανασκαφές, χωρίς ιδιαίτερη προσοχή (αν και εκείνη την περίοδο η αλήθεια είναι ότι η αρχαιολογική επιστήμη απείχε από τη σημερινή- λίγοι ήξεραν πώς να κάνουν σωστά μια ανασκαφή).
Ωστόσο, ελαφρυντικά είναι σίγουρα το ότι έκανε δημοφιλή την αρχαιολογία, χάρη στα βιβλία του και τα κείμενά του σε μεγάλες εφημερίδες της εποχής, συναρπάζοντας το ευρύ κοινό, και το ότι πρακτικά ανέστησε τον Τρωικό θρύλο χάρη στο πάθος του: Ένας Γερμανός «Ιντιάνα Τζόουνς» (ελαφρώς...αμφιβόλου ηθικής) του 19ου αιώνα.
ΠΗΓΈΣ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου